Καρυοφύλλης, Ιωάννης

Καρυοφύλλης, Ιωάννης
(Καρυές Ανατολικής Θράκης 1615; – Βουκουρέστι 1692). Δάσκαλος της πατριαρχικής σχολής και αξιωματούχος του πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης. Σπούδασε στην πατριαρχική σχολή της Κωνσταντινούπολης, κοντά στον διάσημο φιλόσοφο Θεόφιλο Κορυδαλλέα, τον οποίο διαδέχθηκε (1641) στην καθηγητική έδρα. Σε αυτή τη θέση παρέμεινε περίπου έως το 1664, χωρίς όμως να μπορέσει στο διάστημα αυτό να αποτρέψει την παρακμή στην οποία έπεσε η σχολή, μετά την επικράτηση στο πατριαρχείο των αντιπάλων του Κορυδαλλέα και του προοδευτικού πατριάρχη Κύριλλου Λούκαρη. Αντίθετα και ο ίδιος ο Κ., που είχε κληρονομήσει από τον δάσκαλό του σχετική ελευθεροφροσύνη στα θρησκευτικά ζητήματα και κάποια απόκλιση στον καλβινισμό, έγινε στόχος επιθέσεων και διωγμών. Έσωσε τη θέση του χάρη σε ορισμένους ισχυρούς συγγενείς του, στους οποίους επίσης όφειλε και την επιτυχή σταδιοδρομία του ως αξιωματούχου του πατριαρχείου: από λογοθέτης του γενικού το 1641 έφτασε στο ανώτατο οφίκιο του μεγάλου λογοθέτη κατά την περίοδο 1676-91. Μετά την καταδίκη του από το πατριαρχείο ως αιρετικού (1691), αν και ο ίδιος αποκήρυξε τις επίμαχες δογματικές του πραγματείες, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη και να εγκατασταθεί στο Βουκουρέστι. Από τα συγγράμματά του, σχεδόν όλα θεολογικά, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι Εφημερίδες του, όπου με ημερολογιακή σειρά αναγράφονται τα πολιτικά και εκκλησιαστικά γεγονότα των ετών 1616-89. Το είδος αυτό της χρονογραφίας βρήκε αργότερα πολλούς μιμητές.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Καρυοφύλλης, Ματθαίος-Ιωάννης — (Χανιά 1566 – 1635). Λόγιος και καθολικός κληρικός. Σπούδασε θεολογία και φιλοσοφία στη Ρώμη και χειροτονήθηκε διάκονος. Μεταξύ 1597 και 1601 διετέλεσε επίσκοπος Κισσάμου στην Κρήτη, αλλά εκδιώχθηκε λόγω της πολεμικής του ενάντια στην Ορθόδοξη… …   Dictionary of Greek

  • συναξαριστής — Συγγραφέας βιβλίων με βίους άγιων ή και εκδότης κειμένων του είδους. Οι κυριότεροι σ. από τον 2o αι. έως τις μέρες μας είναι οι Κύριλλος Σκυθοπολίτης, Ιωάννης ο Μόσχος, Σωφρόνιος ο Ιεροσολύμων, Λεόντιος ο Νεαπόλεως, Επιφάνιος ο μοναχός, Συμεών ο… …   Dictionary of Greek

  • Αθανάσιος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Επίσκοπος Ταρσού. Μαρτύρησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Βαλεριανού (253 259), γιατί βάφτισε κάποια νέα που ονομαζόταν Ανθούσα. Συνεορτάζουν στις 22 Αυγούστου. 2. Ένας από τους 33 μάρτυρες, που… …   Dictionary of Greek

  • Μεγάλη του Γένους Σχολή — Σημαντικό εκπαιδευτικό ίδρυμα της Κωνσταντινούπολης, το οποίο παρείχε ανώτερη εκπαίδευση και λειτουργούσε υπό την αιγίδα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Η πρώτη ρητή μνεία πατριαρχικού σχολείου ανάγεται στα μέσα του 16ου αι. Τότε ο πατριάρχης… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”